Είναι το Κράτος Σύντροφε

Η επιλογή σχολείου και η εκπαίδευση των παιδιών είναι ένα πρόβλημα που ταλανίζει τους γονείς όλων των κοινωνικών στρωμάτων και σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ. Το δίλλημα ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό σχολείο είναι υπαρκτό, καθώς το δεύτερο προσφέρει ελκυστικότερες επιλογές και είναι πιο ευέλικτο. Ωστόσο, η έρευνα του ΟΟΣΑ για τις επιδόσεις των μαθητών από δημόσια και ιδιωτικά σχολεία στα κριτήρια της PISA προσφέρει ενδιαφέροντα στοιχεία και καταρρίπτει ορισμένα επιχειρήματα και προκαταλήψεις. Δείτε τα στοιχεία που αποδελτιώνει η Καθημερινή. Εμείς το μόνο που θα κάνουμε κατά παράφραση του προκλητικού τίτλου του τελευταίου βιβλίου του Νίκου Μπογιόπουλου «Είναι ο Καπιταλισμός Ηλίθιε» θα αρκεσθούμε λόγω αναθεωρητικής παιδείας στο κόσμιο «Είναι το Κράτος Σύντροφε».

Οι μαθητές ιδιωτικών σχολείων έχουν καλύτερες επιδόσεις στα κριτήρια της PISA σε σχέση με μαθητές δημόσιων σχολείων σύμφωνα με τη σχετική έκθεση του ΟΟΣΑ για την Παιδεία. Παρόλα αυτά στην έκθεση διαπιστώνεται ότι μαθητές με παρόμοιο κοινωνικό – οικονομικό υπόβαθρο αποδίδουν στον ίδιο βαθμό ανεξάρτητα από το αν φοιτούν σε δημόσιο ή ιδιωτικό σχολείο.
Μία άλλη ενδιαφέρουσα πτυχή της έρευνας είναι το στοιχείο ότι οι χώρες στις οποίες το ποσοστό της ιδιωτικής εκπαίδευσης είναι μεγάλο, δεν σημαίνει ότι αποδίδουν καλύτερα στα κριτήρια της PISA.
Οι γονείς έχουν πάντα την ανησυχία για το ποιος θα ήταν ο καλύτερος τρόπος σχολικής εκπαίδευσης για τα παιδιά τους και δεν φείδονται των χρημάτων για να πετύχουν το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα.

Εδώ έρχεται και το δίλλημα για την επιλογή ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό σχολείο. Οι γονείς πιστεύουν ότι ένα ιδιωτικό σχολείο μπορεί να προσφέρει δυνατότητες, που δεν υπάρχουν στο δημόσιο σχολείο. Επιπλέον, εάν το ιδιωτικό σχολείο προσελκύσει πιο «δυνατούς» μαθητές και καλύτερους δασκάλους σε σχέση με το δημόσιο, τότε οι γονείς αισθάνονται πιο ασφαλείς ότι παρέχουν στο παιδί τους την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση.
Σε πολλές χώρες μάλιστα, τα ίδια τα κράτη στηρίζουν την ιδιωτική εκπαίδευση, καθώς θεωρείται ότι το ιδιωτικό σχολείο μπορεί να είναι καινοτόμο και να προσφέρει πρωτοπορία και ανταγωνιστικότητα, ενώ με αυτό τον τρόπο καταφέρνουν να προσελκύσουν περισσότερους μαθητές. Από την πλευρά τους τα δημόσια σχολεία σε μία προσπάθεια να διατηρήσουν τους μαθητές τους, προσπαθούν να αναθεωρήσουν την πολιτική τους και να αναδιοργανώσουν το σχολικό τους σύστημα.
Σύμφωνα με την έρευνα του ΟΟΣΑ σε 16 από τα κράτη-μέλη του και σε 10 συνεργαζόμενες χώρες και οικονομίες, ο μέσος μαθητής ιδιωτικού σχολείου ξεπερνάει σε δυνατότητες τον μέσο μαθητή ενός δημόσιου σχολείου. Αυτό το «πλεονέκτημα» των ιδιωτικών σχολείων φαίνεται και στην απόδοση στα κριτήρια της PISA για την ανάγνωση, όπου οι μαθητές ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων φέρνουν 30 πόντους περισσότερους από τους συναδέλφους τους στο δημόσιο σχολείο. Η διαφορά αυτή αντιστοιχεί σε τρία τέταρτα ενός τυπικού σχολικού έτους.

Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις σχολείων – είτε ιδιωτικών, είτε δημόσιων – τη διαφορά την κάνουν οι ίδιοι οι μαθητές. Σε γενικές γραμμές η απόδοση ενός σχολείου εξαρτάται από την ποιότητα του συστήματος που έχει υιοθετηθεί, αλλά και από το υπόβαθρο των μαθητών. Τα σχολεία και των δύο κατηγοριών, που έχουν «δυνατούς» μαθητές έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση σε πόρους, δεν έχουν έλλειψη καθηγητών και δασκάλων και οι μαθητές έχουν μία πιο θετική αντιμετώπιση της εκπαίδευσης.
Εν κατακλείδι, λαμβάνοντας υπόψη το κοινωνικό-οικονομικό υπόβαθρο των μαθητών, μαζί με τα αντίστοιχα υλικά και σχολικά πλεονεκτήματα, η διαφορά στην απόδοση είναι μικρή. Εξάλλου, ακριβώς αυτή η μικρή διαφορά στην απόδοση των μαθητών μεταξύ των δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων σχετίζεται με τη μεγαλύτερη αυτονομία στο πρόγραμμα και τους πόρους των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων. Μάλιστα, η PISA καταλήγει πως όταν τα δημόσια σχολεία που διαθέτουν αντίστοιχο βαθμό αυτονομίας και πόρων, προσελκύουν «δυνατούς» μαθητές τότε τα πλεονεκτήματα των ιδιωτικών σχολείων δεν είναι πλέον φανερά σε 13 από τις 16 χώρες του ΟΟΣΑ.
www.kathimerini.gr

Εσωτερικό Erasmus από Τμήμα σε Τμήμα

Τη δυνατότητα να αλλάξουν την επιλογή σπουδών τους ακόμη και μετά την εισαγωγή τους στην ανώτατη εκπαίδευση θα έχουν οι φοιτητές, για πρώτη φορά από το νέο ακαδημαϊκό έτος γράφει η Ημερησία. Σύμφωνα με τροπολογία που θα ενταχθεί στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Παιδείας για τα ΑΕΙ, οι σχολές θα μπορούν να εφαρμόσουν κοινό πρόγραμμα σπουδών στο πρώτο έτος των τμημάτων τους. Έτσι, οι φοιτητές θα συνεχίσουν να εισάγονται κατευθείαν στο τμήμα, αλλά θα μπορούν μετά το πρώτο έτος να μετακινηθούν σε διαφορετικό τμήμα της ίδιας σχολής.
Όπως προέκυψε από τη χθεσινή συζήτηση του νομοσχεδίου στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, ο φοιτητής που θα επιδιώξει τη μετακίνησή του -π.χ. από το τμήμα Μαθηματικών στο τμήμα Φυσικής- δεν θα χρειάζεται να δώσει εξετάσεις. Αρκεί να το επιτρέπει η σχολή, να υπάρχει κενή θέση και τα μόρια που συγκέντρωσε στις πανελλαδικές εξετάσεις να αρκούν για την εισαγωγή στο νέο τμήμα.
Σε μια προσπάθεια να ενισχυθεί η κινητικότητα των φοιτητών, το υπουργείο Παιδείας σκοπεύει, επίσης, να καθιερώσει «εσωτερικό πρόγραμμα Erasmus», καθώς θα επιτρέπεται η μετακίνηση των φοιτητών όχι μόνο σε ιδρύματα του εξωτερικού, αλλά και σε ομοειδή τμήματα άλλων πανεπιστημίων της χώρας. Για παράδειγμα, ένα φοιτητής από τη Νομική Αθήνας θα μπορεί να μετακινηθεί στην αντίστοιχη σχολή της Θράκης για να παρακολουθήσει ένα εξάμηνο σπουδών, με την αναγνώριση των αντίστοιχων πιστωτικών μονάδων.

Χωρίς Σχολεία τον Σεπτέμβρη

Με τους χειρότερους οιωνούς για όλο το φάσμα της εκπαίδευσης ξεκινάει η νέα σχολική χρονιά τον προσεχή Σεπτέμβριο γράφει η σημερινή Ελευθεροτυπία. Σε Δημοτικά, Γυμνάσια και Λύκεια δεν θα αρχίσουν τα μαθήματα, αφού οι εκπαιδευτικοί θα ξεκινήσουν απεργιακές κινητοποιήσεις , διαμαρτυρόμενοι για τις περικοπές στους μισθούς τους. Θερμός αναμένεται ο ίδιος μήνας και για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, αφού είναι ήδη στη Βουλή για ψήφιση ο νέος νόμος για τα Πανεπιστήμια που έχει ξεσηκώσει θύελλα διαμαρτυριών από πρυτάνεις και πανεπιστημιακούς. Η επιστροφή των φοιτητών στα έδρανα αναμένεται ότι θα σηματοδοτήσει τις εξελίξεις. Στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, πάντως, συντονισμένα πλέον όλα τα συνδικαλιστικά όργανα των εκπαιδευτικών προχωρούν σε κινητοποιήσεις, δηλώνοντας αποφασισμένοι να μην κάνουν ούτε βήμα πίσω. Μετά την ΟΛΜΕ, που πρότεινε στον κλάδο απεργιακές κινητοποιήσεις, την ΠΑΣΚ εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης που εξέδωσε καταγγελτική ανακοίνωση για «την ανάλγητη και άδικη κυβερνητική πολιτική» και η ΔΟΕ αποφάσισε χθες να προτείνει στα μέλη της απεργιακές κινητοποιήσεις, με την έναρξη της σχολικής χρονιάς.

Πανάκριβη και Αναποτελεσματική

Αποκέντρωση των κέντρων λήψης αποφάσεων στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, μείωση των αιώνιων φοιτητών και καλύτερη αξιοποίηση των κονδυλίων για την παιδεία προτάσσει ο ΟΟΣΑ ως βασικά σημεία στην έκθεσή του για «Καλύτερες επιδόσεις και επιτυχείς μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, προτάσεις για την εκπαιδευτική πολιτική στην Ελλάδα». Την έκθεση παρέδωσε χθες στην υπουργό Παιδείας, κ. Αννα Διαμαντοπούλου, ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ, Angel Gurria κατά τη διάρκεια συνάντησής τους. Η έκθεση επιβεβαιώνει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο αυτό που ο Bill Gates ανέφερε στην προηγούμενη ανάρτησή μας. Το κράτος πληρώνει χωρίς το ανάλογο αποτέλεσμα και οι πολίτες φορολογούνται για μία εκπαίδευση χαμηλού επιπέδου. Στην περίπτωση μάλιστα της χρεωκοπημένης Ελλάδας το κόστος της παιδείας είναι πολλαπλάσιο του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ. Δείτε τα αποκαλυπτικά στοιχεία όπως τα παραθέτει η σημερινή Καθημερινή.
Μεταξύ άλλων, στην έκθεση επισημαίνεται το πολύ υψηλό κόστος μισθών ανά μαθητή, το οποίο στην Ελλάδα φθάνει τις 3.170 δολάρια έναντι 2.309 δολαρίων κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ, παρόλο που όπως αναγνωρίζει η έκθεση, το ετήσιο εισόδημα των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα είναι από τα χαμηλότερα των χωρών-μελών του οργανισμού. Βασική αιτία, κατά την έκθεση, είναι το γεγονός ότι το σύνολο των διδακτικών ωρών των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα είναι μικρότερο από άλλων χωρών, εξαιτίας και του θερμού κλίματος που «κλείνει» τα σχολεία νωρίς τον Ιούνιο. Η έκθεση επισημαίνει, επίσης, ότι στην πραγματικότητα, οι τάξεις έχουν μικρότερο αριθμό μαθητών από εκείνον που ορίζει ο νόμος (25 μαθητές ανά τάξη στην πρωτοβάθμια και 30 στη δευτεροβάθμια) και σημειώνει ότι η χώρα κατέχει τη μικρότερη αναλογία μαθητή – καθηγητή (10,1 στην πρωτοβάθμια), όταν ο μέσος όρος των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ είναι 16 και της Ε.Ε. 14,4. Επίσης, η Ελλάδα υπολείπεται αρκετών χωρών-μελών του ΟΟΣΑ στο πρόγραμμα αξιολόγησης των μαθητών, συμπεριλαμβανομένων χωρών με τις ίδιες ή και χαμηλότερες δαπάνες ανά μαθητή και χώρες με ίσο ή χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης, οι οποίες, ωστόσο, έχουν καταφέρει να σημειώσουν μεγαλύτερη από την Ελλάδα πρόοδο. Περαιτέρω, δεν υπάρχει εξωτερικό σύστημα αξιολόγησης των σχολείων και της διδασκαλίας, καθώς και αξιόπιστοι δείκτες που να παρέχουν αυτή την πληροφορία.
«Μια πλήρη ακτινογραφία και για τις τρεις βαθμίδες εκπαίδευσης και ένα σύνολο εξαιρετικά σημαντικών συστάσεων και προτάσεων τις οποίες λάβαμε και συνεχίζουμε να λαμβάνουμε υπ’ όψιν σε όλη την προσπάθεια αλλαγών στην Παιδεία έχουμε από πλευράς ΟΟΣΑ», δήλωσε η υπουργός Παιδείας, κ. Αννα Διαμαντοπούλου, μετά τη χθεσινή συνάντησή της με τον κ. Γκουρία. «Το μέλλον της Ελλάδας βρίσκεται στην Εκπαίδευση. Πρέπει να την στηρίξουμε στην Ελλάδα» πρόσθεσε από την πλευρά του ο γ.γ. του οργανισμού. Η αποκέντρωση και στην εκπαίδευση τίθεται επίσης ως κομβικό ζήτημα. «Η πρωτοβάθμια και η δευτεροβάθμια εκπαίδευση χρειάζονται αποκέντρωση, επειδή το σύστημα είναι κεντρικό. Αυτό αποτελεί πρόκληση. Στην ανωτάτη εκπαίδευση τίθενται ζητήματα σχετικά με τον αριθμό όσων εγγράφονται και εκείνων που αποφοιτούν», συνέχισε. Αν και η Ελλάδα έχει κάνει άλματα στον αριθμό των αποφοίτων Λυκείου που εισάγονται στα ΑΕΙ, εντούτοις, μικρότερο ποσοστό (8,8%) από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ ολοκληρώνει τις σπουδές του στο προβλεπόμενο χρονικό διάστημα. Η έκθεση προτείνει «Καλλικράτη» και στα τμήματα ΑΕΙ και ΤΕΙ, πολλά εκ των οποίων αλληλοεπικαλύπτονται στο αντικείμενο σπουδών, «δείχνοντας» προς την κατεύθυνση της κατάργησης ή συγχώνευσης, ενώ φαίνεται να υποστηρίζει τη θεσμοθέτηση του Συμβουλίου Ιδρύματος στα ΑΕΙ.