Οι αθέατες όψεις της τριτοβάθμιας

Η ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στα ΑΕΙ και ΤΕΙ σηματοδοτεί αναμφίβολα μια καινούρια αρχή για τη μεγάλη πλειοψηφία των υποψηφίων, οι οποίοι, οπλισμένοι με την αυτοπεποίθηση μιας αξιοκρατικής επιλογής, προσδοκούν ποιοτικές ακαδημαϊκές σπουδές σε ένα περιβάλλον που να παράγει γνώση και να διαφυλάττει τη λελογισμένη χρήση της.

                Ποιες είναι όμως η αθέατες όψεις της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης οι οποίες επιβεβαιώνουν τη δραματική ανεπάρκεια του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος; Ενδεικτική απαρίθμηση:

 

               Διακτινισμένα τμήματα: η παλιά δοκιμασμένη ψηφοθηρική αντιπαροχή «κάθε πόλη και ΑΕΙ, κάθε κωμόπολη και ΤΕΙ» εξακολουθεί να θριαμβεύει. Αφού στο πρόσφατο παρελθόν το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας διακτινίσθηκε σε όλες τις πόλεις του κάμπου, ξεκίνησε ήδη και ολοκληρώνεται φέτος η διασπορά του νεότευκτου Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Η απίστευτη αυτή γεωγραφία κατακερματίζει τις υποδομές και πολλαπλασιάζει το κόστος των σπουδών σε τέτοιο βαθμό που να διευκολύνει τελικά τη μετανάστευση και την εγκατάλειψη καθώς δεν υπάρχει η απαραίτητη φοιτητική μέριμνα και στέγη. Η σημαντικότερη όμως παράμετρος του προβλήματος είναι ότι η πανεπιστημιακή μόρφωση πρέπει να παρέχεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και κυρίως σε ένα σταθερό περιβάλλον διδακτικής συνέχειας που πόρρω απέχει από το σημερινό καθεστώς των περιστασιακών καθηγητών που επισκέπτονται τα περιφερειακά τμήματα.

 

               Σπουδές ανεργίας: αν αποδελτιώσει κανένας τα στοιχεία της Eurostat, της ημέτερης ΕΣΥΕ αλλά και τα ευρήματα δεκάδων ερευνών καταλήγει στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση παρουσιάζει θεαματικό πλεόνασμα σε παραδοσιακές και θεωρητικές σπουδές και έλλειμμα σε σύγχρονες εκπαιδευτικές ειδικότητες. Το αποτέλεσμα αυτής της διάρθρωσης είναι η παιδεία μας αλλά και το σύστημα αξιών της κοινωνίας μας να παράγουν συνεχώς ανέργους. Σταχυολογώ: η ανεργία των πτυχιούχων να είναι μεγαλύτερη από την ανεργία των αποφοίτων της μέσης και κατώτερης εκπαίδευσης (ΟΟΣΑ), το 40% των πτυχιούχων εργάζεται σε τομείς άσχετους με τις σπουδές τους (Eurostat) ενώ μόνο το 17% των αποφοίτων φιλολογικών σχολών απασχολείται σε σχετικό αντικείμενο. (ΔΠΘ).

                                Το επικίνδυνο είναι ότι συνεχίζεται η δημιουργία νέων θεωρητικών τμημάτων σε πείσμα των διαπιστώσεων αυτών˙ Τι θα προσθέσει άραγε στον πολιτισμό και την ανάπτυξη το νέο τμήμα Αρχαιολογίας και Ιστορίας στην Καλαμάτα ή το επίσης νέο τμήμα της Εκπαιδευτικής Πολιτικής στην Κόρινθο για να μην αναφερθούμε στην επαπειλούμενη δημιουργία νέας Νομικής Σχολής στα Γιάννενα.

                                Αν σε όλα αυτά προστεθεί και ο ταξικός χαρακτήρας των σπουδών καθώς η κοινωνική σύνθεση των φοιτητών είναι αναντίστοιχη με την κοινωνική σύνθεση του πληθυσμού – π.χ. στο τμήμα Πληροφορικής του ΕΜΠ, οι φοιτητές με πατέρα αγρότη είναι μόλις 2,1%, με πατέρα εργάτη 9%, ενώ με πατέρα επιστήμονα 39,9% – είναι εύλογο να αναρωτηθεί κανείς ποιες ριζοσπαστικές λύσεις υπάρχουν για να μπορούμε ως δάσκαλοι να συγχαρούμε τους μαθητές μας όχι μόνο για την επιτυχία τους αλλά και για την ευοίωνη προοπτική της.