ΠΑΙΔΕΙΑ – ΠΤΥΧΙΑ – ΑΝΕΡΓΙΑ

Ο κορεσμός των επαγγελμάτων και η συνακόλουθη ανεργία είναι συνδεδεμένα άρρηκτα με την δομή του εκπαιδευτικού μας συστήματος το οποίο είναι υπέρμετρα θεωρητικό και δεν συμβαδίζει με τις τάσεις, τις ανάγκες, τις εξελίξεις της τεχνολογίας, της οικονομίας και εν τέλει της αγοράς εργασίας.

                Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα παράγει ανέργους˙ έχουμε για παράδειγμα πολύ περισσότερους από όσους χρειαζόμαστε γιατρούς, δικηγόρους, δημοσιογράφους, φυσικούς, μαθηματικούς, αρχιτέκτονες, φιλολόγους. Αντίθετα η αγορά εργασίας παρουσιάζει μεγαλύτερη ζήτηση από την υπάρχουσα προσφορά σε επαγγέλματα που αφορούν την πληροφορική, την οικονομία, τα φοροτεχνικά, τις τηλεπικοινωνίες, τα δίκτυα, τα τουριστικά, την τεχνολογία τροφίμων και τον έλεγχο ποιότητας.

Ποιες λύσεις μπορούν να μειώσουν δραστικά το διψήφιο ποσοστό της ανεργίας;

                Η λογικοφανής λύση της δραστικής μείωσης του αριθμού των εισακτέων στις σχολές που οδηγούν σε κορεσμένα επαγγέλματα δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τα κίνητρα, τις δυνάμεις και τα στερεότυπα που ωθούν τους νέους να τις επιλέξουν. Η ισορροπία προσφοράς και ζήτησης επαγγέλματος μπορεί να επιτευχθεί με την επιβολή διδάκτρων ανάλογων με το οικογενειακό εισόδημα. Με τον τρόπο αυτό αφ’ ενός θα υπάρξει μια κοινωνικά δίκαιη λύση καθώς όλες οι έρευνες δείχνουν ότι η δωρεάν φοίτηση ευνοεί τους πλουσιότερους αφ’ ετέρου θα αυτοχρηματοδοτήσει την ποιοτική βελτίωση της εκπαίδευσης που παρέχουν οι ανώτατες σχολές.

                Η γνωσιολογική ωρίμανση της προσωπικότητας των νέων θεμελιώνεται με ποιοτικές σπουδές αλλά αυτό καθόλου δεν αποκλείει την ανάγκη σύνδεσης των σπουδών με την αγορά εργασίας και τις επιχειρήσεις, με ταυτόχρονη λειτουργία ενός αποτελεσματικού συστήματος επαγγελματικού προσανατολισμού η απουσία του οποίου είναι ολοφάνερη και καταστροφική.

                Η ακραία αντίληψη ότι η μόρφωση υποτάσσεται στις περιστασιακές ανάγκες μιας ύποπτης ιδιωτικής πρωτοβουλίας είναι επικίνδυνη και υποθηκεύει τις προοπτικές ανάπτυξης καθώς μια σύγχρονη κοινωνία οφείλει να στηρίζεται στην αποδοτική συνύπαρξη του δημοσίου ελέγχου και της ανάπτυξης καινοτόμων ιδιωτικών επιχειρήσεων.

                Η ανύψωση του επιπέδου μάθησης, η πρόσβαση στη μάθηση σε όλα τα στάδια της ζωής, ο ορισμός των βασικών δεξιοτήτων για την κοινωνία της γνώσης και η προσφορά ανοικτής εκπαίδευσης απαιτούν τη βέλτιστη χρήση των πόρων χωρίς τις ιδεοληψίες του “απέραντου κράτους”.

                Οι παραπάνω στόχοι της Ε.Ε. μπορούν να διασφαλίσουν μια ανταγωνιστική ευρωπαϊκή κοινωνία στην οποία η παιδεία να μην χορηγεί πτυχία ανεργίας.

 

[video] Ugur Dershaneleri

Στιγμιότυπα από το τούρκικο φροντιστήριο Ugur που πρόσφατα επεκτάθηκε στις Η.Π.Α.

Απέτυχαν τα παιδιά ή η εκπαιδευτική πολιτική;

Η κάθετη πτώση των επιδόσεων στις Πανελλαδικές Εξετάσεις, η αύξηση της μαθητικής διαρροής και η απογοητευτική εικόνα που εμφανίζουν υποβαθμισμένες περιοχές και χαμηλά οικονομικά στρώματα του πληθυσμού, είναι αβίαστα συμπεράσματα των στατιστικών και των ερευνών που δημοσιοποιήθηκαν το τελευταίο δίμηνο. Σταχυολογούμε τα πιο εντυπωσιακά: 

  •              απέτυχε σύμφωνα με στοιχεία της ΟΛΜΕ να προαχθεί το 12,46% των μαθητών της Β΄ Λυκείου ενώ πέρυσι το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 7,72% και την τελευταία εξαετία, προ εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, ήταν 2,5%! Δεν μπορεί να ισχυρισθεί κανένας ότι η σχολική αποτυχία πενταπλασιάσθηκε καθώς προ της μεταρρύθμισης η προαγωγή εξασφαλιζόταν μέσω επιεικών ενδοσχολικών εξετάσεων αλλά είναι βέβαιο ότι αυξάνεται σταθερά˙ η θεραπεία βέβαια των δεικτών είναι τόσο απλή που ήδη ανακοινώθηκε ότι για την προαγωγή δεν θα έχουμε την προσαρμογή στη γραπτή βαθμολογία με αποτέλεσμα η σχολική αποτυχία να επανέλθει στο επίπεδο του 2,5%.
  •             η πρόσφατη έρευνα “οι αναδιανεμητικές επιπτώσεις της δημόσιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα”, του Οικονομικού Πανεπιστημίου, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι δαπάνες του κράτους για την παιδεία ωφελούν το πλουσιότερο 60% του πληθυσμού καθώς “οι φτωχοί” νέοι δεν φθάνουν συνήθως έως το πανεπιστήμιο με αποτέλεσμα οι δημόσιες δαπάνες να χρηματοδοτούν τις σπουδές πλουσιότερων κατά κανόνα νέων. Έτσι η δημόσια παιδεία συντηρεί τις ανισότητες στην διαμόρφωση ανθρώπινου κεφαλαίου. Η δίκαιη και αποτελεσματική κατανομή πόρων στην εκπαίδευση επιβάλλει την άμεση πριμοδότηση των φτωχότερων για να μπορέσουν, με ελεύθερη επιλογή, να λάβουν ποιοτική και ανταγωνιστική εκπαίδευση.
  •             το ποσοστό αποτυχίας σε ορεινά και απομακρυσμένα λύκεια είναι εξαιρετικά υψηλό σε σχέση με τον πανελλαδικό μέσο όρο και σε ορισμένες περιπτώσεις υπερβαίνει το 50% αναπαράγοντας γεωγραφικές ανισότητες οι οποίες είναι επιτακτικό να αντιμετωπισθούν με ένα νέο ριζοσπαστικό πρόγραμμα λειτουργίας.
  •              σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, η αναλογία μαθητών ανά καθηγητή είναι στα γυμνάσια 10,6 προς 1 και στα Ενιαία Λύκεια 11,3 μαθητές ανά καθηγητή˙ αναλογία ιδανική η οποία δεν εξασφαλίζει πάντως τμήματα των 15 μαθητών.
  •             σύμφωνα με στοιχεία έρευνας της ΟΕΦΕ, τα χρήματα που δαπανήθηκαν την τελευταία τριετία για τα τμήματα της Πρόσθετης Διδακτικής Στήριξης θα επαρκούσαν για την αποτελεσματική εξωσχολική βοήθεια τριπλάσιου αριθμού μαθητών χωρίς να προσμετρήσει κανένας ότι σύμφωνα με έρευνα του Κ.Ε.Ε. 9 στους 10 μαθητές απορρίπτουν το θεσμό και προτιμούν τα ιδιωτικά φροντιστήρια.

                Αν σε όλα τα παραπάνω ληφθεί υπ’ όψιν ότι σύμφωνα με τα φετινά αποτελέσματα 4 στους 10 υποψηφίους διαμορφώνουν βαθμό πρόσβασης κάτω από την βάση, είναι απολύτως λογικό να αναρωτηθεί κανείς αν απέτυχαν τα παιδιά ή η εκπαιδευτική πολιτική.

                Η απάντηση και το κυριότερο ζητούμενο σήμερα είναι η ΠΟΙΟΤΗΤΑ. Η Ε.Ε. χρησιμοποιεί 16 δείκτες που ξεκινούν από τις αναγνωστικές ικανότητες και φθάνουν στις εκπαιδευτικές δαπάνες ανά μαθητή και την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Σε όλους αυτούς τους δείκτες η χώρα μας βρίσκεται αρκετά κάτω από το μέσο όρο των άλλων χωρών, χωρίς μάλιστα να διαφαίνεται η πολιτική τόλμη για απελευθέρωση, ανταγωνισμό και αυτονομία των εκπαιδευτικών μονάδων. Η ποιοτική παιδεία “εδώ και τώρα” αποτελεί αναγκαιότητα η οποία θα αναδείξει την χώρα μας σε οικονομική και πολιτιστική δύναμη, αρκεί να συνειδητοποιήσουμε όλοι το μέγεθος της κρίσης.         

 

Απάντηση στον Ανώτατο Άρχοντα

Η “ρηξικέλευθη” πρόταση του ανώτατου άρχοντα της χώρας να καταργηθούν τα φροντιστήρια, η οποία διατυπώθηκε σε επιτροπή της Βουλής των Εφήβων, δείχνει ανάγλυφα ότι σε αυτή τη χώρα είναι πράγματι δύσκολο να απαλλαγούμε από μύθους και ιδεοληψίες.«Το σφάλμα μας είναι ότι δεν μιμηθήκαμε παραδείγματα, όπως της Ιρλανδίας ή της Ιαπωνίας που εξειδικεύθηκε σε θέματα υψηλής τεχνολογίας…», συμπλήρωσε ο κ. Πρόεδρος στην ίδια συνάντηση. Για να μιμηθούμε βέβαια την Ιρλανδία και την Ιαπωνία θα πρέπει πιθανότατα να αντιγράψουμε τις εκπαιδευτικές τους μεθόδους που βασίζονται στην αποκέντρωση, την αξιολόγηση, την ποιότητα και την οργανωτική και παιδαγωγική αυτονομία των σχολείων. Μπορούμε βέβαια να μιμηθούμε και τον τρόπο με τον οποίο οι Ιάπωνες αντιμετώπισαν το φροντιστηριακό φαινόμενο- που στη χώρα αυτή αποτελεί ένα γιγαντιαίο παράλληλο σχολείο- εντάσσοντάς το στη συνδιαχείριση του συστήματος παιδείας καθώς κυριάρχησε η λογική ότι η παρουσία των juku βελτιώνει τους δείκτες στην εκπαίδευση.

 Η ανάγκη της πρόσθετης διδακτικής στήριξης είναι επιβεβλημένη σε κάθε εκπαιδευτικό σύστημα γι’ αυτό άλλωστε η πολιτεία έχει σχεδιάσει ανάλογα προγράμματα και είναι ορθό να υλοποιούνται από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς,. Η ανάληψη εκ μέρους του κράτους της ευθύνης για την μόρφωση των νέων σε όλες τις βαθμίδες δεν απαιτεί με κανέναν τρόπο αυτό να γίνεται αποκλειστικά σε δημόσια εκπαιδευτήρια. Οι πόροι όμως της Ε.Ε. σε τέτοια προγράμματα αναλίσκονται χωρίς περίσκεψη και κυρίως χωρίς αποτέλεσμα, όπως έδειξαν όλες οι εκθέσεις αξιολόγησης των πεπραγμένων.

 Η πολιτεία μπορεί να εφαρμόσει αποτελεσματική διδακτική στήριξη με απευθείας χρηματοδότηση των γονέων και ειδικά των φτωχότερων με την μορφή κουπονιών και να επιλέξουν αυτοί και τα παιδιά τους με ποιον τρόπο θα προετοιμασθούν καλύτερα. Δημόσιο Χρήμα και Ιδιωτική Επιλογή είναι μια απαίτηση του μαύρου κινήματος και των φτωχών μεταναστών στις Η.Π.Α. για να μπορέσουν με ελεύθερη επιλογή να λάβουν ποιοτική και ανταγωνιστική εκπαίδευση. Ανάλογες προτάσεις είναι κοινωνικά δίκαιες καθώς όλες οι έρευνες δείχνουν ότι τελικά οι δημόσιες δαπάνες χρηματοδοτούν τις σπουδές των πλουσιοτέρων με επακόλουθο η κρατική παιδεία να μην μπορεί να αμβλύνει τις ανισότητες στην διαμόρφωση ανθρώπινου κεφαλαίου.

 Τα φροντιστήρια αποτελούν κομμάτι μιας εβδομηντάχρονης εκπαιδευτικής πραγματικότητας, λειτουργούν εξισωτικά ως ιδιωτικά λαϊκά σχολεία, εποπτεύονται και πιστοποιούνται από το Υπουργείο Παιδείας, ανυψώνουν τους δείκτες της ποιότητας και μετεξελίσσονται σε κέντρα πολύπλευρης στήριξης των νέων ανθρώπων αναπτύσσοντας εκπαιδευτικές υπηρεσίες που δεν υπάρχουν στα κρατικά σχολεία. 

Η κρίση του εκπαιδευτικού μας συστήματος είναι δεδομένη και γίνεται επικίνδυνη όσο οι ιθύνοντες δεν συνειδητοποιούν ότι οφείλεται στην υπέρμετρη εμπλοκή του κράτους. Η σταδιακή και συντεταγμένη αποκρατικοποίηση της Παιδείας είναι επιτακτική για να αναζοωγονήσει τα εκπαιδευτικά μας πράγματα.

 

Οι μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν

Ο προβληματισμός και οι καίριες επισημάνσεις που αποτυπώθηκαν εύστοχα στη σελίδα αυτή με αφορμή την ποιοτική ανάγνωση των αποτελεσμάτων των εξετάσεων οδηγούν αναμφίβολα στο καταληκτικό συμπέρασμα του αρθρογράφου της “έλλειψη της κοινωνικής επαγρύπνησης για την Παιδεία”.

Ανάλογοι προβληματισμοί κυριάρχησαν και στο διεθνές φόρουμ για την Παιδεία που διοργάνωσε η ΟΕΦΕ σε μια προσπάθεια να συμβάλλει ταπεινά στο εκπαιδευτικό γίγνεσθαι αντλώντας παραδείγματα από τη διεθνή εμπειρία και απαριθμώντας τις μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν στον τόπο μας.

Οι μεταρρυθμίσεις κρίνονται από το αποτέλεσμα και ένα τέτοιο παράδειγμα ανέπτυξε η τ. Υπουργός Παιδείας της Ν. Ζηλανδίας – μια χώρα με ζηλευτούς δείκτες ποιότητας – Maris O’ Rourke, η οποία σε ελάχιστο χρόνο διαμόρφωσε ένα διαφορετικό μοντέλο βασισμένο  στην αποκέντρωση, στην αυτονομία των σχολείων, στην εξατομικευμένη χρηματοδότηση, στη δημιουργία ελεγκτικών σωμάτων με πλειοψηφία των γονέων, σε ένα νέο σύστημα αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και στην σύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή.

Στη δική μας πραγματικότητα όλα τα παραπάνω έχουν πολλές φορές περιγραφεί ως αναγκαιότητα αλλά ποτέ δεν υλοποιούνται σε αποτελεσματικό βαθμό καθώς κυριαρχεί ο ερασιτεχνισμός, ο κομματισμός και  η  θεωρία του πολιτικού κόστους που ανάγκασε την πνευματική μας ηγέρια κα. Αρβελέρ να αναφωνήσει στο φόρουμ “… η παιδεία είναι θέμα χρηστών και όχι πολιτικών …”.

Στο ίδιο συνέδριο αναδείχθηκαν μοντέλα παράλληλων και συμπληρωματικών σχολείων απ’  όλο τον κόσμο καταρρίπτοντας πανηγυρικά τον μύθο της ελληνικής ευρεσιτεχνίας. Τα γιαπωνέζικα Juku – εκπρόσωποι των οποίων μίλησαν στο φόρουμ – είναι ένα φροντιστηριακό μοντέλο πολύ μεγαλύτερο από το δικό μας που έχει ενταχθεί οργανικά και χωρίς αμφισβητήσεις στην συνδιαχείρηση του συστήματος παιδείας και αποτελεί σήμερα το πρόπλασμα για νέου τύπου σχολεία βασισμένα στο “voucher system”. Η ελευθερία της επιλογής σχολείου είναι σήμερα κεντρικό αίτημα σε πολλές χώρες αλλά και του “μαύρου κινήματος” στις ΗΠΑ καθώς οι μαύροι και φτωχοί μετανάστες διεκδικούν το δικαίωμα της ισότιμης πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση με ένα καλό σχολείο. Στην δική μας πραγματικότητα κάθε ανάλογη πρόταση συναντά την εκ προοιμίου λοιδορία συντεχνιών, και την ανωριμότητα του πολιτικού μας συστήματος.

Για να βγούμε από τον φαύλο κύκλο των “μεταρρυθμίσεων” απαιτούνται θαρραλέες αποφάσεις που όλοι τις γνωρίζουν και η κοινωνία οφείλει να επιβάλλει για να πάψει η Παιδεία να αποτελεί ένα υποβαθμισμένο κρατικό συσσίτιο και να καταστεί δημόσιο αγαθό.

Το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας  πρέπει επιτέλους να γίνει πραγματικότητα και να αποτελέσει έναν πλήρως αυτοτελή θεσμό κύρους και καθολικής αποδοχής.

“Το καμπανάκι της Παιδείας που χτυπάει εδώ και καιρό” πρέπει να συνεγείρει τους εταίρους στη συντεταγμένη απελευθέρωση της Παιδείας γιατί διαφορετικά υπό την αδήριτη πίεση των πραγμάτων, θα συντελεσθεί άναρχα, μα ακραίους όρους “αγοράς” και πρώτιστα θα πλήξει τους υπέρμαχους του κρατισμού.

<!–[if !vml]–>

<!–[endif]–><!–[if !mso]–>

<!–[endif]–>

Γιώργος Χατζητέγας

Δ.Σ. ΟΕΦΕ

<!–[if !mso]–>

<!–[endif]–><!–[if !mso & !vml]–> <!–[endif]–><!–[if !vml]–>

<!–[endif]–>